Κυριακή 25 Απριλίου 2010

Νεοταξική παγκοσμιοποίηση και Έθνος – Κράτος

Συμπληρώνονται είκοσι χρόνια από το τέλος του ψυχρού πολέμου και ένα από τα ερωτήματα που κυριαρχεί έκτοτε είναι κατά πόσο μέσα στα πλαίσια της νεοταξικής πραγματικότητας και εξέλιξης θα υπάρξει υπέρβαση των εθνικών κρατών και σταδιακή αντικατάστασή τους από πολυεθνικές και πολυπολιτισμικές κρατικές οντότητες. Το πρότυπο έθνους που προβάλλεται διεθνώς μέσα από τη διαδικασία παγκοσμιοποίησης είναι το Αμερικανικό. Οι Αμερικανοί προσπαθούν να επιβάλουν διεθνώς το δικό τους πρότυπο παραβλέποντας το γεγονός ότι η δημιουργία των ΗΠΑ στηρίχθηκε εκ γενετής στον πολυεθνικό και πολυπολιτισμικό χαρακτήρα, αφού ως κράτος συνεκροτήθη από μετανάστες.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης έχει αρχίσει να προκαλεί μία διαφοροποίηση ακόμα και σε παραδοσιακά εθνικά κράτη. Το γεγονός αυτό δε δικαιώνει τις ανωτέρω προβλέψεις. Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και της Γιουγκοσλαβίας απέδειξε το αντίθετο, τη δυναμική επάνοδο του εθνικισμού και την επιβεβαίωση του έθνους κράτους. Μετά την κατάρρευση των παραδοσιακών αυτοκρατοριών και της αποικιοκρατίας, η Σοβιετική Ένωση και η Γιουγκοσλαβία ήταν δύο κλασσικές απόπειρες για την υποχρεωτική ένταξη εθνών σε υπερεθνικές κρατικές οντότητες.

Ο 20ος αιώνας σφραγίστηκε από την ίδρυση νέων εθνικών κρατών και όλα δείχνουν ότι αυτή η τάση θα παραμείνει κυρίαρχη. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η διαδικασία ενοποίησης της Γηραιάς Ηπείρου, όμως, είναι μία τελείως διαφορετική υπόθεση, η οποία επιβεβαιώνει ότι μόνον εάν τα έθνη αποκτήσουν το δικό τους κράτος μπορούν στη συνέχεια να συμμετάσχουν εθελοντικά στη διαμόρφωση μίας πολυεθνικής κοινότητας.

Σχετικά με την Ευρώπη, το ζήτημα του έθνους – κράτους εμφανίζεται περίπλοκο επειδή τα σημαντικότερα έθνη της δυτικής και κεντρικής Ευρώπης είναι, με πλανητικά μέτρα, μεσαίες δυνάμεις, δηλαδή δυνάμεις οι οποίες ούτε μπορούν να μείνουν στο περιθώριο των διεθνών εξελίξεων ούτε να διατηρήσουν τη θέση τους αυτοδύναμα η καθεμιά (πολύ λιγότερο αν η καθεμιά στραφεί εναντίον των υπολοίπων). Οι δυνάμεις αυτές συνειδητοποιούν τη νέα κατάσταση πραγμάτων βαθμιαία μόνον, επειδή παλιές νοοτροπίες τις εμποδίζουν να συλλάβουν τις πλανητικές πλέον διαστάσεις των προβλημάτων και επειδή εν μέρει ακόμα ζουν από τα τεράστια αποθέματα της ιμπεριαλιστικής εποχής. Όσο διαρκούσε αυτή η εποχή, ο ανταγωνισμός των μεγάλων ευρωπαϊκών εθνών μεταξύ τους δεν εμπόδισε την οικουμενική επικράτηση της Ευρώπης – απεναντίας μάλιστα ο ανταγωνισμός ωθούσε προς την επέκταση προκειμένου ο καθένας να μην υστερήσει σε σχέση με την επέκταση των ανταγωνιστών του.

Η κατάσταση αυτή, που κράτησε πάνω από τέσσερις αιώνες, άλλαξε τώρα διπλά: μειώνεται τόσο το ειδικό (οικονομικό, δημογραφικό, γεωπολιτικό) βάρος της Ευρώπης όσο και η κοσμοϊστορική σημασία των ενδοευρωπαϊκών ανταγωνισμών. Ο πλανήτης δεν συνομαδώνεται πλέον γύρω από τον άξονα των ανταγωνισμών αυτών, παρά τα ευρωπαϊκά έθνη υποχρεώνονται τώρα να συνομαδωθούν εν όψει των πλανητικών ανταγωνισμών. Αυτό ερμηνεύει το γεγονός ότι οι μεγάλοι Ευρωπαϊκοί πόλεμοι ήταν δυνατοί επειδή η Ευρώπη κυριαρχούσε στον κόσμο. Σήμερα είναι αδύνατοι επειδή η Ευρώπη έπαυσε να είναι η κινητήρια δύναμη της παγκόσμιας ιστορίας.

Για να καταστεί το έθνος – κράτος ξεπερασμένο, η συλλογική οντότητα θα πρέπει να διευρυνθεί και να επιλέξει μίαν άλλη μορφή οργάνωσης της πολιτικής μονάδας. Όμως, πάντοτε θα υπάρχουν και θα δρουν συλλογικές οντότητες με σκοπό να διασφαλίσουν για τους εαυτούς τους πλεονεκτική θέση στον αγώνα κατανομής-εκτός και αν καταστεί περιττή κάθε πολιτική οργάνωση, κάτι που στο παρόν ιστορικό στάδιο φαίνεται ουτοπία.

 
Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Μέλος της Κίνησης Πολιτών για τα Εθνικά Θέματα



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου